Η παγκόσμια πείνα μειώνεται, αλλά η μείωση δεν είναι αρκετά γρήγορη
Ένας στους οκτώ ανθρώπους ήταν σε κατάσταση πείνας το 2012, ή αλλιώς 870 εκατομμύρια, σύμφωνα με μία μελέτη από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του Ο.Η.Ε. (με βάση μία δίαιτα με λιγότερες από 1.800 θερμίδες την ημέρα). Τα παιδιά πλήττονται ιδιαίτερα καθώς η πείνα βλάπτει τη σωματική και γνωστική τους ανάπτυξη. Ο Δείκτης Παγκόσμιας Πείνας, που επινοήθηκε από το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας Διατροφικής Πολιτικής, μία δεξαμενή σκέψης που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, παρακολουθεί την πρόοδο όσον αφορά την καταπολέμηση της πείνας και του υποσιτισμού, το οποίο περιλαμβάνει την ποιότητα, καθώς και την ποσότητα της διατροφής. Ο δείκτης καλύπτει 120 αναπτυσσόμενες χώρες, που αντιπροσωπεύουν το 84% του παγκόσμιου πληθυσμού. Αποτελείται από τρία εξίσου σταθμισμένα μέτρα : το ποσοστό των ανθρώπων που υποσιτίζονται, τον πληθυσμό κάτω των πέντε ετών που είναι λιποβαρής και την θνησιμότητα στον πληθυσμό κάτω των πέντε ετών. Ενώ ο συνολικός παγκόσμιος δείκτης έχει μειωθεί κατά 34% από το 1990, περίπου 19 χώρες, με συνολικό πληθυσμό 1,6 δισεκατομμύρια ταξινομούνται ως χώρες που έχουν "ανησυχητικά" ή "εξαιρετικά ανησυχητικά" επίπεδα πείνας. Οι περισσότερες είναι στην Αφρική και την Ασία, όπου οι φυσικές καταστροφές και η κλιματική αλλαγή δημιουργεί εκεί καταστάσεις ιδιαίτερα ευάλωτες στην έλλειψη τροφίμων.
Το αυθεντικό άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε στην ιστοσελίδα του "The Economist".